κακονυχτισμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίακακονυχτισμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του κακονυχτισμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του κακονυχτισμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του κακονυχτισμένος