ικανότατων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαικανότατων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ικανότατος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ικανότατος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ικανότατος
ικανότατων