Ετυμολογία

επεξεργασία

ιεραποστολικά < ιεραποστολικός

  Επίρρημα

επεξεργασία

ιεραποστολικά

  1. ως ιεραπόστολος
  2. από ιεραποστολική άποψη

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

ιεραποστολικά