• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

θεολογώ

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : θεολογῶ

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ρήμα
      • 1.3.1 Συγγενικά
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
θεολογώ < αρχαία ελληνική θεολογέω / θεολογῶ < θεολόγος < θεός + λέγω

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /θe.o.loˈɣo/

Ρήμα

επεξεργασία

θεολογώ

  • (θρησκεία, θεολογία) αναπτύσσω θεολογικά θέματα, σχετικά με τη θεολογία

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τις λέξεις θεολόγος, θεός και λέγω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    θεολογώ
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=θεολογώ&oldid=5626005"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Νοεμβρίου 2022, στις 20:52

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Νοεμβρίου 2022, στις 20:52.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας