Ετυμολογία

επεξεργασία

ημερολογιακά < ημερολογιακός

Επίρρημα

επεξεργασία

ημερολογιακά

  1. όσον αφορά στο ημερολόγιο
    πρόπερσι το Πάσχα είχε συμπέσει ημερολογιακά με το Πάσχα

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία