ζωοποιημένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαζωοποιημένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ζωοποιημένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ζωοποιημένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ζωοποιημένος