ζεσταμένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
ζεσταμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ζεσταμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ζεσταμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ζεσταμένος
ζεσταμένων