εφαρμοσμένες τέχνες
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος πολυλεκτικού όρου
επεξεργασίαεφαρμοσμένες τέχνες θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εφαρμοσμένη τέχνη
- ⮡ σπουδές εφαρμοσμένων τεχνών
- ⮡ Κατηγορία:Εφαρμοσμένες τέχνες (νέα ελληνικά) στο Βικιλεξικό