Ετυμολογία

επεξεργασία

ευεργετικά < ευεργετικ(ός) +

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /e.veɾ.ʝe.tiˈka/

  Επίρρημα

επεξεργασία

ευεργετικά

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

ευεργετικά