ερατεινά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ερατεινά < ερατειν(ός) + -ά
Επίρρημα
επεξεργασίαερατεινά
- με ερατεινό τρόπο, ευχάριστα, γοητευτικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία ερατεινά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαερατεινά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ερατεινός