επιτραπέζιο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαεπιτραπέζιο
- αιτιατική ενικού του επιτραπέζιος (αρσενικό)
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού του επιτραπέζιος (ουδέτερο)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεπιτραπέζιο
- παιχνίδι που συνήθως παίζεται πάνω σ' ένα τραπέζι