επιλύσιμων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
επιλύσιμων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του επιλύσιμος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του επιλύσιμος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του επιλύσιμος
επιλύσιμων