επαέ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- επαέ < επί + -έ • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαεπαέ
- (κρητικά) εδώ, εδώ επάνω, εδώ που είμαι, εδώ κοντά που δείχνω
- ※ Μήπως σημαίνει το ουράνιο τόξο; «Ξέρ' εγώ, παιδί μου;» είπε, «σουσουμπάμπα» το λέμε παδά. Αφήνοντας κατά μέρος την ομοιότητα του παδά με το κρητικό επά ή επαέ, αινιγματιζόμουνα με τη λέξη σουσουμπάμπα
- Πάτρικ Λη Φέρμορ, Μάνη, μετάφραση από τα αγγλικά: Τζαννής Τζαννετάκης (Αθήνα: Κέδρος, 2007 [α΄ έκδ. 1972], ISBN 978-960-04-0864-5), σ. 77.
- ※ Μήπως σημαίνει το ουράνιο τόξο; «Ξέρ' εγώ, παιδί μου;» είπε, «σουσουμπάμπα» το λέμε παδά. Αφήνοντας κατά μέρος την ομοιότητα του παδά με το κρητικό επά ή επαέ, αινιγματιζόμουνα με τη λέξη σουσουμπάμπα