εξωφρενικά
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
εξωφρενικά < εξωφρενικός
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
εξωφρενικά
- σε εξωφρενικό βαθμό
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
εξωφρενικά
Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία
εξωφρενικά
- εξωφρενικό, στην ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική του πληθυντικού