εξολισθάνω
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- εξολισθάνω < αρχαία ελληνική ἐξολισθάνω
Ρήμα επεξεργασία
εξολισθάνω
Άλλες μορφές επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- εξολίσθημα
- εξολίσθηση
- εξολισθητικός
- → δείτε τη λέξη ολισθαίνω
Μεταφράσεις επεξεργασία
εξολισθάνω
|