Ετυμολογία

επεξεργασία
εξοικίζω < λείπει η ετυμολογία

εξοικίζω

  1. ξεσπιτώνω
  2. εκτοπίζω
  3. εκδιώκω

  Μεταφράσεις

επεξεργασία