εξιλεώνω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εξιλεώνω < αρχαία ελληνική ἐξιλεῶ
Ρήμα
επεξεργασίαεξιλεώνω, παθητικό: εξιλεώνομαι
- καταπραΰνω κάποιον που είναι οργισμένος, κατευνάζω, εξευμενίζω
Συγγενικά
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασία Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | εξιλεώνω | εξιλέωνα | θα εξιλεώνω | να εξιλεώνω | εξιλεώνοντας | |
β' ενικ. | εξιλεώνεις | εξιλέωνες | θα εξιλεώνεις | να εξιλεώνεις | εξιλέωνε | |
γ' ενικ. | εξιλεώνει | εξιλέωνε | θα εξιλεώνει | να εξιλεώνει | ||
α' πληθ. | εξιλεώνουμε | εξιλεώναμε | θα εξιλεώνουμε | να εξιλεώνουμε | ||
β' πληθ. | εξιλεώνετε | εξιλεώνατε | θα εξιλεώνετε | να εξιλεώνετε | εξιλεώνετε | |
γ' πληθ. | εξιλεώνουν(ε) | εξιλέωναν εξιλεώναν(ε) |
θα εξιλεώνουν(ε) | να εξιλεώνουν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | εξιλέωσα | θα εξιλεώσω | να εξιλεώσω | εξιλεώσει | ||
β' ενικ. | εξιλέωσες | θα εξιλεώσεις | να εξιλεώσεις | εξιλέωσε | ||
γ' ενικ. | εξιλέωσε | θα εξιλεώσει | να εξιλεώσει | |||
α' πληθ. | εξιλεώσαμε | θα εξιλεώσουμε | να εξιλεώσουμε | |||
β' πληθ. | εξιλεώσατε | θα εξιλεώσετε | να εξιλεώσετε | εξιλεώστε | ||
γ' πληθ. | εξιλέωσαν εξιλεώσαν(ε) |
θα εξιλεώσουν(ε) | να εξιλεώσουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω εξιλεώσει | είχα εξιλεώσει | θα έχω εξιλεώσει | να έχω εξιλεώσει | ||
β' ενικ. | έχεις εξιλεώσει | είχες εξιλεώσει | θα έχεις εξιλεώσει | να έχεις εξιλεώσει | ||
γ' ενικ. | έχει εξιλεώσει | είχε εξιλεώσει | θα έχει εξιλεώσει | να έχει εξιλεώσει | ||
α' πληθ. | έχουμε εξιλεώσει | είχαμε εξιλεώσει | θα έχουμε εξιλεώσει | να έχουμε εξιλεώσει | ||
β' πληθ. | έχετε εξιλεώσει | είχατε εξιλεώσει | θα έχετε εξιλεώσει | να έχετε εξιλεώσει | ||
γ' πληθ. | έχουν εξιλεώσει | είχαν εξιλεώσει | θα έχουν εξιλεώσει | να έχουν εξιλεώσει |
|