εξιλεωμένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
εξιλεωμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του εξιλεωμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του εξιλεωμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του εξιλεωμένος
εξιλεωμένων