Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εξαλλάσσω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
εξαλλάσσω
<
αρχαία ελληνική
ἐξαλλάσσω
Ρήμα
επεξεργασία
εξαλλάσσω
μεταβάλλω
ή
αλλάζω
κάτι
ριζικά
(
ειδικότερα
) (
ιατρική
)
δημιουργώ
εξαλλαγή
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εξαλλάσσω