ενυδατωμένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
ενυδατωμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ενυδατωμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ενυδατωμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ενυδατωμένος