Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δυστοκώ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
δυστοκώ
<
αρχαία ελληνική
δυστοκέω
Ρήμα
επεξεργασία
δυστοκώ
(
σπάνιο
) (
κυριολεκτικά
) (
μεταφορικά
)
έχω
/
παρουσιάζω
δυστοκία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δυστοκώ