Ετυμολογία

επεξεργασία
δισκοποτήριον: λέξη του 7ου αιώνα < δίσκ(ος) + -ο- + ποτήριον

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

δισκοποτήριον ουδέτερο

Άλλες μορφές

επεξεργασία