διαχειμασμένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
διαχειμασμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του διαχειμασμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του διαχειμασμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του διαχειμασμένος