Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διαφεντεύομε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ði̯a.fenˈde.vo.me
/
ομόηχο
:
διαφεντεύομαι
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
διαφεντεύομε
λόγια μορφή του
διαφεντεύουμε
,
πρώτο πρόσωπο ενικού της
οριστικής
ενεστώτα
του ρήματος
διαφεντεύω