διασωληνωμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαδιασωληνωμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του διασωληνωμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του διασωληνωμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του διασωληνωμένος