διασωζόμενων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασία
διασωζόμενων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του διασωζόμενος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του διασωζόμενος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του διασωζόμενος