Ετυμολογία

επεξεργασία
διαμετρικά αντίθετος <  δείτε τις λέξεις διαμετρικά και αντίθετος. (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική diamétralement opposé)[1]

Αναφορές

επεξεργασία
  1. διάμετρος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)