διάολε
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕπιφώνημα
επεξεργασίαδιάολε!
- γαμώτο, έκφραση αγανάκτησης ή απογοήτευσης
- (σπανιότερα) έκφραση έκπληξης ή θαυμασμού
Μεταφράσεις
επεξεργασία διάολε
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαδιάολε
διάολε!
διάολε