Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

διάνα < (άμεσο δάνειο) ισπανική diana

  Επίρρημα επεξεργασία

διάνα

  1. ακριβώς, επιτυχία, κέντρο
    του έδωσα στην τύχη μια απάντηση και πέτυχα διάνα

  Επιφώνημα επεξεργασία

διάνα

  1. εκφράζει επιτυχία, ακρίβεια

  Μεταφράσεις επεξεργασία