Ετυμολογία

επεξεργασία
δαμί < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική δαμί(ν)

  Επίρρημα

επεξεργασία

δαμί

  • Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.

  Ετυμολογία

επεξεργασία
δαμί < δαγμίον ή δαγμεῖον (δάγκωμα) < ελληνιστική κοινή δαγμός (δάγκωμα)

  Επίρρημα

επεξεργασία

δαμί

  • άλλη μορφή του δαμίν
    ※  15ος αιώνας, Μαρίνος Φαλιέρος, Ιστορία και όνειρο, στίχ. 34 (στίχοι 31-34) @georgakas.lit.auth.gr
    Ὦ Μοίρα μου γλυκότατη, κάθισ’ ἐδῶ κοντά μου,
    χίλια καλῶς ἀπέσωσεν τὸ παρηγόρημά μου.
    Ἀλίμονον, ἀπέθαινα ἂν ἤθελεν ἀργήσει
    ἄλλο δαμὶ ὁ πόθος σου νὰ μὲ παρηγορήση.
    Arnold F. van Gemert (επιμ.), Μαρίνου Φαλιέρου Ερωτικά Όνειρα, κριτική έκδοση με εισαγωγή, σχόλια και λεξιλόγιο [Βυζαντινή και Νεοελληνική Βιβλιοθήκη, 4], ΜΙΕΤ, Αθήνα 2006.