Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈðe.no.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δέ‐νο‐με
ομόηχο: δένομαι

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

δένομε