γλυκοκοιταγμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαγλυκοκοιταγμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του γλυκοκοιταγμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του γλυκοκοιταγμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του γλυκοκοιταγμένος