Ετυμολογία

επεξεργασία
γκαράζ < (λόγιο δάνειο) γαλλική garage[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɡaˈɾaz/
 
γκαράζ με δύο αυτοκίνητα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

γκαράζ ουδέτερο άκλιτο

  1. υπαίθριος ή στεγασμένος χώρος που έχει διαμορφωθεί κατάλληλα, ώστε να σταθμεύονται και να φυλάσσονται αυτοκίνητα
  2. εργαστήριο όπου επισκευάζονται και συντηρούνται αυτοκίνητα

Συνώνυμα

επεξεργασία

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία