γιγαντωμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαγιγαντωμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του γιγαντωμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του γιγαντωμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του γιγαντωμένος