γιαρίκι
Ετυμολογία
επεξεργασία- γιαρίκι < (άμεσο δάνειο) τουρκική yarik
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγιαρίκι ουδέτερο
- θώρακας
- ※ 14ος αιώνας, ⌘ ανωνύμου, Χρονικόν του Μορέως, Επιμελητής:Schmitt, 1904, Κώδικες H & P στις σελίδες 70+71
- ακόντιο
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΚλιτικοί τύποι
επεξεργασία- γιαρίκια (ονομαστική και αιτιατική πληθυντικού)
Πηγές
επεξεργασία- γιαρίκι - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- σελ. 283, Τόμος Δ΄, σελ. 407, Τόμος Θ΄ --Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.