Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γιαρένης < (άμεσο δάνειο) τουρκική yaren < τουρκική yâr (εραστής)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γιαρένης αρσενικό (σε χρήση και σήμερα ως τοπικό ιδίωμα)

  Πηγές επεξεργασία