Δείτε επίσης: γυναίκας
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γυναικάς οι γυναικάδες
      γενική του γυναικά των γυναικάδων
    αιτιατική τον γυναικά τους γυναικάδες
     κλητική γυναικά γυναικάδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
γυναικάς < γυναίκ(α) + -άς

Ουσιαστικό

επεξεργασία

γυναικάς αρσενικό

Άλλες γραφές

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία