Ετυμολογία

επεξεργασία
γιαράς: μεταπλασμός σε αρσενικό του θηλυκού γιαρ(ά) + -άς

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

γιαράς αρσενικό (πληθυντικός γιαράδες)