γαζοφυλακέω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαγαζοφυλακέω
- είμαι φύλακας του γαζοφυλακείου, θησαυροφύλακας, ταμίας
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- γαζοφυλακέω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.