Δείτε Βούτομο, βούτομο, βούτομον

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

βούτομα < → δείτε τη λέξη βούτομο

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βούτομα ουδέτερο

  1. (φυτό) κοινή ονομασία για το φυτό Σκίρπος ο λιμναίος, Scirpus lacustris
     συνώνυμα: βούτομο, βουτόμι
  2. (φυτό) κοινή ονομασία για το φυτό Βρύο το κυλινδρικό, του γένους Bryum
     συνώνυμα: βούτομο
  3. (φυτό) κοινή ονομασία για το φυτό Λάγουρος ο ωοειδής Lagurus ovatus

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία