Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

βουφορβοῦ

  1. γενική ενικού, αρσενικού ή θηλυκού γένους του βουφορβός
  2. γενική ενικού, ουδέτερου γένους (βουφορβόν) του βουφορβός

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

βουφορβοῦ αρσενικό