βλάκα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαβλάκα αρσενικό ή θηλυκό
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαβλάκα αρσενικό ή θηλυκό
βλάκα αρσενικό ή θηλυκό
βλάκα αρσενικό ή θηλυκό