βασική κλάση
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
- βασική κλάση < → δείτε τις λέξεις βασικός και κλάση < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική base class
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
βασική κλάση
- (αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός) συνώνυμο της υπερκλάσης
Αντώνυμα επεξεργασία
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
βασική κλάση