βαθμολογικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαβαθμολογικά < βαθμολογικός
Επίρρημα
επεξεργασίαβαθμολογικά
- όσον αφορά στη βαθμολογία
Μεταφράσεις
επεξεργασία βαθμολογικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαβαθμολογικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του βαθμολογικό