Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
α τέμπο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίρρημα
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
α τέμπο
< (
μεταγραφή
)
ιταλική
a tempo
<
a
(
σε
, στον) +
tempo
(
χρόνος
)
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
a ˈtem.po
/
Επίρρημα
επεξεργασία
α τέμπο
(
μουσική
) σημαίνει: να εκτελεστεί στην (αρχική ή προηγούμενη)
ταχύτητα
η ένδειξη στην παρτιτούρα, με πλάγια γράμματα:
a tempo
Μεταφράσεις
επεξεργασία
α τέμπο
ιταλικά
:
a tempo
(it)