αφιλοσόφητων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αφιλοσόφητων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του αφιλοσόφητος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του αφιλοσόφητος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αφιλοσόφητος