αφηρημένη τέχνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αφηρημένη τέχνη: → δείτε τις λέξεις αφηρημένος και τέχνη
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίααφηρημένη τέχνη θηλυκό
- (τέχνη) η ζωγραφική, ή γλυπτική που αποδίδει το νοητικό, ιδεατό περιεχόμενο ενός θέματος αντί του πραγματικού - υλικού.
Μεταφράσεις
επεξεργασία αφηρημένη τέχνη