αυτόκλητα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αυτόκλητα < αυτόκλητος
Επίρρημα επεξεργασία
αυτόκλητα
- με αυτόκλητο τρόπο, χωρίς να έχει προσκληθεί
Μεταφράσεις επεξεργασία
αυτόκλητα
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αυτόκλητα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αυτόκλητο