αυτοματοποιημένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίααυτοματοποιημένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του αυτοματοποιημένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του αυτοματοποιημένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αυτοματοποιημένος