Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ασετόν
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ασετόν
<
γαλλική
acétone
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ασετόν
ουδέτερο
άκλιτο
διαλυτικό
υγρό που χρησιμοποιείται για να βγει το
βερνίκι
των
νυχιών
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ασετόν
γαλλικά
:
dissolvant
(fr)